6/5/16

Fleche "Γιώργος Βίδος" 2016

Πριν


  Πιθανόν το πιο όμορφο κομμάτι ενός Fleche είναι ο σχεδιασμός των λεπτομεριών και της διαδρομής. Πέρα, λοιπόν, από το διοργανωτικό σκέλος, το οποίο μαζί με φίλους (όχι μόνον BLE) είχαμε να ετοιμάσουμε, έπρεπε να ετοιμαστεί και το κομμάτι της βόλτας.

  Αφού λόγω του Παναγιώτη (Anemos books) αποφασίσαμε να γίνει ο τερματισμός στη Λάρισα, διάφορες διαδρομές άρχισαν να παίρνουν ζωή στους χάρτες. Όπως αυτή εδώ -ορεινή, ή αυτή για νέο ρεκόρ απόσταστης ύστερα από το 514 πέρσι. Τελικά έπειτα από πολλές παραλλαγές, παραλογισμούς και αλλάγες κατέληξα σε αυτή εδώ. Χοντρικά με 200 χλμ ευθεία και 200 ορεινά.
  Μιλώ σε πρώτο ενικό, καθώς όντας "αρχηγός" της ομάδας πήρα την πρωτοβουλία να φτιάξω μια πρωτότυπη διαδρομή που να περνά από μέρη που δεν έχω δει, ή δεν έχω ποδηλάτησει. Ο Γιάννης ήταν σίγουρος, αρκεί να φεύγαμε Σάββατο πρωί, γιατί είχε να πάει σε συναυλία την προηγούμενη. Το δεύτερο θύμα ήταν ο Πάνος Μπούρικας ο οποίος έψαχνε ομάδα στο facebook και κατάφερα να τον κάνω να τσιμπήσει το δόλωμα.


  Τελικά, έπειτα από κάποιες "πίτες" που φάγαμε από φίλους δεν καταφέραμε να βρούμε άλλο μέλος.



Τακτική


  Η τακτική μας θα ήταν η κλασσική μπρεβετοσκυλάδικη, δηλαδή λίγες στάσεις, η πρώτη στο 160 χλμ (Αγρίνιο), μία για βραδινό (όπου μας βρει) και το βράδυ όπως βγει. Φαγητά μαζί μας για τουλάχιστον 160 χλμ, αλλά και ύστερα για το άγονο από χωριά βουνό με το ορεινό πέρασμα "Τύμπανος Αργιθέας"

Ημέρα

  Αν θέλετε να διαβάσετε μόνο το ζουμί, διαβάστε κατευθείαν τη "νύχτα".

  Ξεκίνημα νωρίς για Ξυλόκαστρο. Η ώρα εκκίνησης ήταν στις 7.00. Με λίγη καθυστέριση φύγαμε στις 7.30
Η Σκύρος παντού.

  Η αρχή ήταν με τον Γιάννη να τραβάει 4 λεπτά και με τον Πάνο κι εμένα από 3. Φυσικά αυτό έπαιζε λίγο με τη μορφολογία του εδάφους, αλλά στα πρώτα χλμ ακουγόταν συχνά η φωνή μου "άλλαξεεεεε". Χρειάστηκε να χάσουμε λίγη ώρα για διάφορα μίνι τεχνικά προβλήματα (στραβή σέλα, τσάντα που γλιστράει προς τα κάτω στο τιμόνι κ.α.) όμως ο ρυθμός μας ήταν ωραίος. Όχι τόσο γρήγορος καθώς ο Δυτικός ανεμος ήταν αρκετά έντονος.
Η Apidura συντροφεύει τον John Jiv από τις αρχές του 2015
  
Λαϊκή στο Αίγιο. Μερικά ακόμη δευτερόλεπτα χαμένα!
  Σιγά-σιγά άρχισα να παρατηρώ πως ο Πάνος έκανε post, comment κλπ πάνω στο ποδήλατο. Δεν είχε θέμα μπαταρίας καθώς είχε ένα battery bank 20.000mah -όχι κινέζικο. Δεν ήξερα πως μπορεί να το κάνει... Εγώ μια φωτογραφία πάω να βγάλω και φοβάμαι μην πέσω! Τουλάχιστον οι δικοί μας θα ξέρουν πως είμαστε καλά.

  Στη γέφυρα "Χαρίλαος Τρικούπης" (Ρίο-Αντίρριο) φτάσαμε ακμαίοι. Ήταν το πρώτο μας σημείο ελέγχου.
Το κτήριο ελέγχου της γέφυρας... mirror
  Από τη γέφυρα και ύστερα η κίνηση έγινε πιο έντονη. Η λευκή γραμμή δεξιά ήταν σε πολλά σημεία χτιστή, γενικά ένας δρόμος που δεν είναι για brevet. Μέχρι το Αγρίνιο είχε 3 μικρές αναβάσεις των 150μ υψομετρικών περίπου. Μετά από τη δεύτερη γεμίσαμε τα παγούρια μας. Την ώρα που γεμίζαμε ο Παναγιώτης μας είπε πως έχει μαζί του μπιφτέκια σε κομμάτια αλλά και μακαρονάδα(!). Και στο δρόμο μας άλλο ένα χωριό με λάθος διαλυτικά "Κακαίϊκα"(sic).

Τροφή μέχρι Αγρίνιο
  Το Αγρίνιο δεν φάνηκε φιλόξενο... Οι φούρνοι κλειστοί ή με λίγα προϊόντα. Καταφέραμε και βρήκαμε με τα χίλια ζόρια έναν. Φυσικά ΔΕΝ μπορούσε να μας κόψει τη μπουγάτσα κομμάτια. Πουλούσε παγωτό με το κιλό κι όταν ζήτησα ένα τεταρτάκι (250γρ) πάθανε blackout και δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε. "Δεν έχουμε μεγαλό κύπελλο", "Τι εννοείς, 4 μπάλες;", "Χάλασε το κουτάλι του παγωτού"... Λέω στην υπάλληλο, βάλε όσο θες... Τέτοια εξυπηρετηση ούτε στον εχθρό μου...
Spaghetti
Το πρώτο διάλειμμα της ημέρας

  Φύγαμε... Λίγα ακόμη χιλιόμετρα στην παλιά πλέον Εθνική (αγαπώ τις παλιές Εθνικές). Η μεγάλη παράκαμψη του Αγρινίου άδειασε το δρόμο μέσω Κλεισούρας και Αγρινίου.

  Επιτέλους στρίβουμε δεξιά και αρχίζει το όμορφο κομμάτι του Βέλους μας.
Διάλειμμα για τσισάκια

  
Λίγα πάνω κάτω πριν τη γέφυρα της τεχνιτής λίμνης Στράτου

  Η διαδρομή για τα επόμενα αρκετά χιλιόμετρα μου ήταν γνωστή. Το brevet της Λευκάδας περνάει από εκεί, σε αντίθετη κατεύθυνση. 
  Πρώτη φορά όμως που γνώρισα το μέρος ήταν μέσα στο 2010 όταν έκανα τη διαδρομή Λευκάδα - Αμφιλοχία - Ίναχος - Κομπότι - Άρτα - Πρέβεζα. Πρέβεζα Λευκάδα με ΚΤΕΛ καθώς δεν ήξερα πώς να περάσω το τούνελ.
6-1-2010
6-1-2010





















  Η διαδρομή, αφού περάσαμε τις δύο τεχνητές λίμνες, είχε μια συνεχή ανωφέρεια 1-2-3% όπου θα μας έβγαζε στην πρώτη (σοβαρή) ανάβαση.


Άλλο ένα post από τον PanosB


  Το Πατιόπουλο ήταν η επίσημη αρχή της ανάβασης. Δεν είναι κάτι τρομερό, όμως θα μας έβγαζε σταδιακά πρώτα στα 800μ και ύστερα στα 1000μ υψόμετρο. Μην ξέροντας το υπόλοιπο της διαδρομής και με τα αποθέματα των παγουριών να τελειώνουν ψάχναμε να βρούμε κάπου να βάλουμε νερό. Πηγές δεν είχε καθώς ήδη αναζητούσαμε κανά δύωρο πηγή, οπότε είπαμε στο πρώτο μαγαζί να σταματήσουμε.
  Το πρώτο μαγαζί ήταν κλειστό, όμως είχε βρύση στην αυλή του. Έτσι σταματήσαμε για 10 λεπτά στάση, λίγο να τσιμπήσουμε από τα φαγητά της τσάντας και φυσικά για τα παγούρια.
Μπύρες παντού
c'est moi



Στάση στη μέση του πουθενά
  Τώρα πια μπήκαμε στο αντρικό κομμάτι της διαδρομής. Αν και δεν φαινόταν, οι κλίσεις ήταν αρκετά απότομες. Από εδώ μέχρι να νυχτώσει είδαμε δύο μόνο αυτοκίνητα στη διαδρομή. Μια σκουπιδιάρα, κι ένα ακόμη του δήμου. 
  Ο δρόμος με τις απότομες στροφές μας βγάζει το χωριό Γιαννιώτη. Αν και δεν έχει νυχτώσει ακόμη, από εδώ ξεκινά η περιπέτεια.

ΝΥΧΤΑ


  Η θερμοκρασία μπαίνοντας στο Γιωννιώτη ήταν 14οC, ενώ την ημέρα πριν το Αγρίνιο φτάσαμε και 31 (υπό Ήλιο). Το κρύο ήταν αισθητό ακόμη και στην ανηφόρα. Τα χέρια και τα πόδια μας δεν είχαν καλύμματα και όλα έδειχναν πως επιβάλλεται μια αλλαγή στα ρούχα.
  Μπαίνοντας στο Γιαννιώτη κοιτούσαμε για κάποιο κιόσκι ή τουλάχιστον ένα μέρος που να κόβει για να ντυθούμε με την ησυχία μας χωρίς να κρυώνουμε. Το σημείο που βρήκαμε ήταν μια σκεπασμένη αυλή ενός σπιτιού. 
  Το σπίτι δεν φαινόταν να κατοικείται, όμως με το που κάτσαμε στις πλαστικές καρέκλες ήρθε η κόρη του σπιτιού. 

  -Μας συγχωρείτε, έχουμε παγώσει και πρέπει να αλλάξουμε.
  -Με την ησυχία σας.

  Βγάλαμε όλα τα πράγματα από τις τσάντες, και αρχίσαμε να ψάχνουμε τι και πώς θα φορέσουμε. Η κόρη έφερε τη μητέρα τη Βάσω, όπου πιάσαμε την κουβέντα, πού πάμε, γιατί, τα γνωστά που ρωτούν τους μπρεβετάδες.

  Αρχίσαμε να ψάχνουμε τι θα φορέσουμε και με μεγάλη, πολύ μεγάλη μου απογοήτευση είδα πως είχα ξεχάσει τα δύο ισοθερμικά μου (μακρύ και κοντό μπλουζάκι). Αυτό είναι τραγικό. Ήμουν 100% σίγουρος πως τα είχα βάλει στη σακούλα με τα υπόλοιπα ρούχα -μακριά γάντια, πατζάκια, αδιάβροχο- αλλά δεν υπήρχε δείγμα. Αυτό ήταν μαχαιρία... δεν είχα ούτε μανίκια, αφού θα έβαζα το ισοθερμικό το βράδυ.
  Ρωτώ τη Βάσω αν έχει ένα μπλουζάκι εργασίας. Το βράδυ είχα δει για 4οC στο πέρασμα του Τύμπανου. Μου φέρνει ένα κοντομάνικό... Τι να κλάσει;; Την ξαναρωτώ αν έχει κάποιο φούτερ για το χωράφι ή τα ζώα να μου το δανείσει και να της το ταχυδρομήσω από Αθήνα. "Σιγά ρε", μου λέει, "τόσα έχουμε". Μας έφερε δύο φούτερ, από τους δύο γιους της.
  Παίρνω (συγγνώμη ρε Παναγιώτη) από τον Πάνο, το τζάκετ που του είχα δώσει για το βράδυ, μιας κι ο φίλος μου είχε τουλάχιστον ένα ισοθερμικό μακρυμάνικο.
  
Η αυλή της Βάσως έχει γίνει το σπίτι μας! Συζητάμε πιο θερμά πλέον για τη ζωή στο Γιαννιώτη (ή Γιαννιώτι -τι φαίνεται πιο σωστό;). Μας λέει για τα παιδιά της και μας ζητά να τη συγχωρήσουμε για τη διάθεσή της. 

  -Έχασα την αδελφή μου πρόσφατα.
  -Καρκίνος; τη ρωτώ
  -Ναι. Και μας λέει τις λεπτομέρειες.
  -Ελπίζω να σε κάναμε να χαμογέλασεις έστω και λίγο.


  Κάτσαμε μισή ώρα εκεί, στο χιλιόμετρο 242.  Φεύγοντας εγώ φορούσα πατζάκια, καλύμματα παπουτσιών, το τζάκετ κατάσαρκα, γιλέκο. Ο Παναγιωτης, όπως κι ο Γιάννης φορούσαν ισοθερμικό κι από πάνω κοντρομάνικο. Πατζάκια ναι, καλύμματα όχι.

  Η συνέχεια της διαδρομής στο χάρτη έδειχνε εύκολη ανηφορά μέχρι το επόμενο χωριό που ήταν και κοντρόλ.



Σκουληκαριά
  Από τη Σκουληκαριά ο χάρτης έδειχνε χωματόδρομο για 10 χιλιόμετρα. Από το χωριό μας είπαν πως έχει στρωθεί. Η άσφαλτος ήταν τόσο πρόσφατη που ήταν απολάυστικά δέκα χιλιόμετρα. Πριν όμως από αυτή τη χαρά έπρεπε να ανέβουμε τον "τείχο" του χωριού με max 18%. 200μ μόνο, αλλά έτσι, για να μας φύγει η μαγκιά.
  Τα 10.000μ καλής οδού μας έβγαλαν στο Βελετζικο και σε μερικά λεπτά ακόμη βγήκαμε στον πρώτο σοβαρό στόχο της ημέρας, στην Εθνική Οδό, ο Θεός να την κάνει, Άρτας - Καρδίτσας. Ε.Ο. είναι οποιοσδήποτε δρόμος ενώνει πρωτεύουσες νομών, δεν σημαίνει πως είναι και αυτοκινητόδρομος!

  Μια "οδική" γέυση, αν και με αντίθετη πορεία μπορείτε να βρείτε εδώ. Μιλάμε για μέχρι πριν λίγα χρόνια κομμάτι του δρόμου ήταν χωματόδρομος!

  Στριβουμε δεξιά στην εθνική οδό, και έχουμε πει μιας και και νυχτώνει πως πρέπει  στο πρώτο χωριό να κάνουμε ταβερνοστάση. Φτάνουμε, λοιπόν, στο χωριό Ξηρόκαμπος για μια στάση η οποία θα κρατούσε γύρω στη μιάμιση ώρα.

  Η παραγγελία μας ήταν μπρεβετάδικη:
  • 1 Πίτσα ζαμπόν τυρί
  • 10 σουβλάκια (καλάμάκια)
  • 2 χ φέτα
  • Μπόλικο ψωμί
  • 3 κόκα κόλες
  • 3 καφέδες για το τέλος
  Δύο κομμάτια πίτσα περίσσεψαν αλλά φυσικά θα τα παίρναμε μαζί. 
  Στο μαγαζί ήταν ευκαιρία να ξαναδούμε την τακτική μας. Η ολόκληρη διαδρομή δεν έβγαινε, καθώς είχαμε χάσει χρόνο. Έπρεπε να είναι όλα 100% θετικά για να βγει όλη. Όμως και με 360 χιλιόμετρα θα ήμασταν εντάξει.
  Αυτό μας έδινε περιθώριο να είμαστε στις 5.30 στην κορφή, και να μας έμεναν 2 ώρες για τα 25 χιλιόμετρα που απαιτούνται. 

  -Παιδιά χωρίς άγχος, το 5.30 βγαίνει άνετα. Ολόκληρο δεν βγαίνει πια. Το θέμα είναι να περνάμε καλά, τους λέω.

  Ξέροντας και περιγράφοντας τις συνθήκες της τελικής κατηφόρας (προς Μουζάκι) συφωνούμε πως το βασικό είναι να είμαστε καλά, αφού οι δικοί μας μάς θέλουν να γυρίσουμε σώοι. Μιλάμε για μια κατηφόρα με 12-13% κλισεις, χωρίς μπαριέρες και με σημεία με χωματόδρομο...
  Επίσης λέμε πως όπου φτάσουμε παίρνουμε ΚΤΕΛ ή τρένο για Λάρισα, θα έχουμε κάνει 24 ώρες ποδήλατο, δεν υπάρχει λόγος για να ταλαιπωρούμαστε εξτρά.

  Ο Πάνος ανεβάζει στο Facebook: "Μετά από 262 χλμ έχω να πω ότι η διαδρομή είναι υπέροχη αλλά τα υψομετρικά αρκετά... και έχουμε κάνει μόνο τα μισά ως τώρα. Η νύχτα προβλέπεται μακρά και πολύ κρύα αφού πρέπει να ανεβούμε σε υψόμετρο 1600+. Ώρα να γεμίσουμε ενέργεια με πίτσες και σουβλάκια."

  Μέσα στο μαγαζί είχαμε βγάλει όλα σχεδόν τα ρούχα. Εγώ φορούσα το γιλέκο από πάνω κι από μέσα τίποτα. Το υψόμετρο εκεί είναι 850μ και ήξερα πως η αλλαγή από τον εσωτερικό χώρο στον κρύο εξωτερικό θα είναι απότομη. Ευτυχώς θα ξεκινούσαμε με λίγη ανηφόρα και θα ζεσταινόμασταν.
  Αφού κανονίσαμε τα πάντα, φορτίσαμε τις συσκευές μας, φάγαμε, ήπιαμε, γεμίσαμε, το κυριότερο, κόψαμε την αλουμινοκουβέρτα σε κομμάτια (για στήθος, δάχτυλα ποδιών, γόναταν και τελικά ξεκινήσαμε. 
  Το σοκ από την αλλαγή της θερμοκρασίας δεν ήταν μεγάλο και όπως είπα η ανηφορίτσα μας ζέστανε για τα καλά.

  Η συνέχεια της διαδρομής είχε κάποια πάνω κάτω, τα οποία θα μας κατέβαζαν στα 400μ υψόμετρο. Η κατηφόρα (φυσικά) δεν ήταν συνεχής. Συνέχεια ο Πάνος έβλεπε στο GPS το υψογράφημα (δική μου λέξη) και μας έλεγε "τώρα έχει μια κατηφόρα", και μετά από λίγα δευτερόλεπτα "τώρα βλέπω μια απότομη κορφή". Το αποτέλεσμα αυτών ήταν ο Γιάννης κι εγώ συνέχεια να κοροϊδεύουμε για τις κατηφόρες που μας έλεγε ο Πάνος οι οποίες για κάποιον λόγο ήταν ανηφορικές.

  Στο επόμενο χωριό από το χωριό που φάγαμε, βασικά πριν μπούμε στο χωριό βλέπουμε μια γιαγιά στο δρόμο. Τη χαιρετούμε, αλλά εκείνη καμία σημασία. Σκέφτηκα όλες αυτές τις εκπομπές της Νικολούλη που έχω δει και αναλογίστηκα μήπως είναι καμιά γιαγιά με αλτσχάιμερ και μπορεί κάποιος να την ψάχνει. Αφού δεν είχε σπίτια εκεί τριγύρω... Μετά από κανά-δυο λεπτά μπαίνουμε σε οικισμό και σταματώ στο καφενείο που ήταν ανοιχτό. Τους λέω πως είδα μια γιαγιά να φεύγει και μου λένε πως την ξέρουν. "Ευτυχώς" σκέφτομαι.

  Στο καρδιογράφημα υψομετρικών από το 275 ως το 303 έκανε την εμφάνιση της μια παλιά μιας γνώριμη, η Βροχή. Η Βροχή έπαιζε μαζί μας με αποτέλεσμα ανά 10-20 λεπτά να βάζουμε και να βγάζουμε τα αδιάβροχα, καθώς στην ανηφόρα, ακόμη και με βροχή ζεσταινόμασταν, αλλά από την άλλη δεν θέλαμε να βραχούμε, ούτε να ιδρώσουμε, ούτε να κρυώνουμε. Δεν υπήρχε άλλη λύση από το συνεχές stop & go, βάλε, βγάλε αδιάβροχο.

  Στο 297 περάσαμε τον Αχελώο και είχαμε κοντρόλ.

Αργιθέα: Ο Τύμπανος μας περιμένει...

  Έπειτα από το χαμηλότερο σημείο της νύχτας, θα ήμασταν παράλληλα με την εκτροπή του Αχελώου, ένα πολυσυζητημένο και πολύκριτικαρισμένο έργο. Φυσικά δεν βλέπαμε τίποτε παρόλο που είχε μπόλικο φεγγάρι... Ο λόγος φυσικά; τα σύνεφα. Αυτό που βλέπαμε και θα μείνει στη μνήμη μου είναι το πέρασμα από τα πολλά μικρά τούνελ, χωρίς φως. Τα τούνελ ήταν σαν σπηλιές με νερά να στάζουν από πάνω, σαν να βρέχει. Έψαχνα, για παιχνίδι, να βρω τον πιο στεγνό "διάδρομο" μέσα στην υπόγεια διάβαση. 
  Πιθανόν τα περάσματα από τα τούνελ να μου άρεσαν διότι αυτό τον καιρό διαβάζω μια σειρά βιβλίων με θέμα τη ζωή των (πιθανόν) τελευταίων επιζήσαντων στη Γη οι οποίοι ζουν μέσα στο μεγαλύτερο αντιπυρηνικό καταφύγειο του πλανήτη: Το μετρό της Μόσχας (Metro 2033 & Metro 2034). Οι σταθμοί είναι οργανωμένοι ως πόλεις κράτη. Αν σας αρέσει η επιστημονική φαντασία ή/και τα post/apocalyptic θέματα θα σας αρέσει.
  Η μικρή ανάβαση μέσω των τούνελ, και στη συνέχεια η μικρή κατάβαση μας έφερε σε μια μικρή γέφυρα τύπου bailey (μετάλλική, στρατιωτική) η οποία μας περνούσε από ένα παραπόταμο του Αχελώου. Σε αυτό το σημείο υπήρχε ένα μικρό χωμάτινο πάρκινγκ και ζήτησα να ξαπλώσω για λίγα λεπτά. Η βροχή είχε κόψει.

  Μετά από 3-4 λεπτά νιώθω ψιχάλες στο σώμα μου και σηκωνόμαστε να φύγουμε. Στην αρχή ήταν ένα χιλιόμετρο πολύ απότομο και ένα πέρασμα από χείμαρρο μέσα στον δρόμο. Συνόλικά θα ανεβαίναμε άλλα 400 μέτρα υψομετρικά και θα είχαμε μια μικρή κατάβαση ως το χωριό Αργιθέα όπου θα ξεκινούσε η τελευταία σερί ανάβαση ως τον Τύμπανο στα 1500κάτι μέτρα.

  Η βροχή από την ώρα που ξυπνήσαμε δεν σταμάτησε και ύστερα από το απότομο ανηφόρι που είπα νωρίτερα βάλαμε, για τελευταία φορά, τα αδιάβροχά μας.  Στο δρόμο περίεργοι θόρυβοι, μάλλον αγριοκάτσικα, ακούγονταν. Πέτρες να πέφτουν και τέτοια. Άρχησα να φωνάζω όπως στα τσοπανόσκυλα... "Μηηηηεεεε"...."Ααααααστ"...
  Χρειάστηκε να ακούσω πολλές φορές αυτό τον θόρυβο και να δω τις πέτρες πώς πέφτουν στο δρόμο για να καταλάβω πως δεν υπήρχαν ζώα, αλλά κατολισθήσεις. Ένα φαινόμενο το οποίο συμβαίνει πολύ συχνά στους ελληνικούς δρόμους συνέβαινε μπροστά μας...

  Επιτέλους χωριό. Αργιθέα! Είμαστε σχεδόν χωρίς νερό, το κοντέρ γράφει 313 έχουμε να δούμε αυτοκίνητο από την ώρα που φάγαμε. Ψάχνουμε καμιά πηγή, τίποτα. Όμως τα παιδιά βρίσκουν μια βρύση έξω από ένα κλειστό καφενείο. Στο χωριό δεν υπήρχαν πουθενά αυτοκίνητα, εννοώ σταθμευμένα. Μάλλον το χειμώνα θα είναι έρημο. Δηλαδή και να θέλουμε να εγκαταλήψουμε δεν μπορούμε;
  Κάθησα σε κάτι πλαστικές καρέκλες κάτω από ένα δέντρο -η βροχή είναι συνεχής και μόνιμη πια... Με το που κάθησα μου λένε να φύγουμε. Αμάν ρε παιδιά. Τουλάχιστον έχουμε νερό να πιούμε (από το άλλο έχουμε μπόλικο).


  Ανακεφαλαίωση

Τοποθεσία: Αργιθέα
Απόσταση: 313
Υψόμετρο: 580
Ανάβαση που απομένει: 950μ
Ώρα: 2.30
Μαξιλαράκι ασφαλείας: Στην κορφή στις 5.30

  Φεύγουμε από την Αργιθέα, μόνο ανηφόρα ως την κορφή και μόνο κατηφόρα κι ευθεία ύστερα. Η βροχή έχει γίνει καταιγίδα. Το μόνο θετικό πως ο λιγοστός αέρας είναι ευνοϊκός. Τη βόλτα μας συνόδευαν συνεχείς κατακρημνήσεις λίθων. Ήταν τόσο συνεχείς και τόσο μεγάλες οι πέτρες που έπεφταν όπου έπρεπε να ποδηλατούμε τέρμα δεξιά -σχεδόν πάντα είχαμε βουνό αριστερά και γκρεμό δεξιά. Βέβαια όσο δεξιά γίνεται γιατί στην Ελλάδα είμαστε εκεί που έχει δρόμο, μπορεί να έχει καθίζηση η άσφαλτος ξαφνικά. Με πολλή προσοχή και κουβέντες περνάει η ώρα και ο Πάνος μας ενημερώνει πως έμειναν 100 μέτρα... 50 μέτρα υψόμετρικά... Κορφίσαμε!!! 4.45!!!

  Φωνές χαράς "ΝΑΙ ΡΕ!!", "ΣΚΙΖΟΥΜΕ", "Γαμάει η ομάδα", αλλά τις φωνές διαδέχθηκε μια σκέψη... Πού θα ντυθούμε για την κατηφόρα; Έχω περάσει από εκεί μέρα, δεν έχει τίποτα. Μια στάση μόνο μέσα στα χόρτα.

  -Παιδιά πάμε αργά αργά προς τα κάτω και όπου μπορέσουμε σταματάμε για να βάλουμε τις αλουμινοκουβέρτες, λέει ο Γιάννης.

  Υπακούμε και το πιο δύσκολο κομμάτι της διαδρομής αρχίζει. 4oC, παπιά, φρένα και λάστιχα να μην πιάνουν, κανείς μας δεν πάει πάνω από 20 χαω! Μετά από κάποια λεπτά, με χέρια και πόδια παγωμένα ο Γιάννης προτείνει να περπατήσουμε (υπενθυμίζω είμαστε στην κατηφόρα!!!) για να ζεσταθούμε.
  Κατεβαίνουμε από τα ποδήλατα και ξεκινάμε το περπάτημα. Ο Πάνος λέει "σηκώστε και το ποδήλατο, να ζεσταθουν τα χέρια". Και να 'μαστε τρεις μαλάκες:

  Εγώ περπατώ και κρατώ το ποδήλατο από το λαιμό και το σηκώνω.
  Ο Πάνος περπατά σηκώνει και αφήνει το ποδήλατο.
  Ο Γιάννης περπατά και έχει πάρει το ποδήλατο στον ώμο.

  Ξανακαβαλάμε, περνάμε μια πολύ δύσκολη φουρκέτα με χώμα. Μένω λίγο πίσω και τα παιδιά με φωνάζουν. Τους φωνάζω "ΕΔΩ ΕΙΜΑΙ". Πού εδώ...; 
  Ενώ ψάχνω ενδελεχώς έστω κι ένα μέρος που να κόβει η βροχή δεν έχει ούτε δέντρο. Μας πήρε 4 χλμ, 350μ κατάβασης και περίπου 25 λεπτά να βρούμε κάτι σαν πάγκο λαϊκής που να κόβει λίγο. Τρέμαμε ήδη τόσο πολύ που ούτε το τιμόνι δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε ευθεία! Την ώρα του ντυσίματος με αλουμινοκουβέρτες ο Γιάννης δεν μπορούσε να σκεφτεί πώς θα τη βάλει και του φωνάζω "κράτα τη μπλούζα σου" και του τη βάζω από μέσα. 6 λεπτά πρέπει να κάτσαμε εκεί, και φύγαμε πάλι περπατώντας για λίγο με στόχο να βρούμε ένα σημείο που να βάλουμε τα υπόλοιπα ρούχα. 
  Αυτή η ώρα άργησε. Το πρώτο (ας το πούμε) χωριό δεν είχε τίποτα πέρα από το γεγονός πως συμπληρώσαμε τις 22 ωρες. Θυμάμαι στη διασταύρωση για το επόμενο χωριό, τη Δρακότρυπα, πολύ καλή στάση ΚΤΕΛ. Για να δούμε, υπάρχει ακόμη;

  Και ναι στα 600μ υψόμετρο, 1 ώρα ύστερα από την κορφή, με μέση κίνησης 14 χαω, φτάνουμε στη στάση. Η στάση κόβει αέρα και επιτέλους μπορώ να βάλω το φούτερ που μου έδωσε η Βάσω, να φτιάξουμε τις αλουμινοκουβέρτες σωστά κι ευτυχώς να φάμε την πίτσα που είχε πάρει ο Πάνος. Ο Jiv έλεγε πως με τόσο κρύο μπορεί να καίμε και 1000 θερμίδες την ώρα. 


Φωτό με τραμάμενα χέρια

  Πάντως πεινούσαμε πολύ κι ευτυχώς η υπνηλία της υποθερμίας κάνει πια στην άκρη. Χωρίς αγχος φτιάχνουμε ό,τι μπορούμε από πράγματα, τρώμε αρκετά, εξάλλου είχαμε αποθέματα, και φεύγουμε. Δεν βρέχει πιο κι έχει ξημερώσει. Ο δρόμος είναι στρωμένος, δεν γλιστρά και ήρθε η ώρα για τα τελευταία χιλιόμετρα. Ακόμη δεν είχαμε τα 360 που έπρεπε, αλλά θα τα έχουμε ως τις 7.30 άνετα.
  Για την ακρίβεια έχουμε μιάμιση ώρα για 17 χιλιόμετρα. Όμως με κατηφόρα και καλό δρόμο...



  Οι 24 ώρες μας βρήκαν 3 χλμ από την Καρδίτσα σε ένα βενζινάδικο με 372 χιλιόμετρα στα πόδια μας. Δυσκολεύτηκα λίγο να εξηγήσω στον βενζινά τι θέλουμε τη σφραγίδα του, αλλά μας άφησε τελικά να σφραγίσουμε.


Το τέλος


  Με χαλαρό ρυθμό, αν και χαθήκαμε λίγο, φτάσαμε στον ΟΣΕ Καρδίτσας όπου ο προαστιακός των 9 μας άφησε στις 10.00 στη Λάρισα. Τη συζήτηση μονοπώλησε το αν και πόσο επικύνδινο είναι αυτό που κάναμε. Από το 262 μέχρι το 347 δεν είδαμε ούτε ένα αυτοκίνητο στο δρόμο. Αν χρειαζόταν να αλλάξουμε ένα λάστιχο; Αν έσπαγε ένα συρματόσκοινο φρένω πώς θα το αλλάζαμε με παγωμένα χέρια; Όμως τίποτε δεν συνέβη...  


Waiting for the Sun (train)


Η γιορτή και τα υπόλοιπα ήταν όμορφα αλλά εκτός της περιπέτειας που ήθελα να σας διηγηθώ.
  Το όμορφο είναι πως σχεδόν όλες οι ομάδες ήταν εκεί και λέγαμε πώς περάσαμε, τα καλά και τα δύσκολα. Πολλοί μας είπαν πως έβλεπαν κεραυνούς από εκεί που ερχόμασταν... Ναι εκεί ήμασταν.

  Το πιο σημαντικό για εμένα είναι πως ακόμη και στο κρύο, στη νύχτα, στις δυσκολίες, εκείνη την ώρα, έβλεπά τα παιδιά και τους έλεγα "καλά γαμάτα περνάμε", και το εννοούσα!

  Κλείνοντας προσωπική μου άποψη πως το fleche δεν είναι απλά πιο δύσκολο από 400άρι, αλλά συγκρίνεται με 600άρι.

5 σχόλια:

  1. Μπραβο ρε Εκτορα , οι αλλοι ξερατε που μπλεκατε οποτε καλα να παθετε αχαχαχαχαχα , απολαυστικη περιγραφη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αγαπάμε τις περιγραφές hector!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εξαιρετικη περιγραφή! Πρεπει να σκεφτεις να γραψεις ενα βιβλιο με τις περιπετειες σου καποια στιγμη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή